Εκτίμηση των Επιπτώσεων στο Περιβάλλον

Νομοθεσία για την Εκτίμηση των Επιπτώσεων στο Περιβάλλον Ορισμένων Σχεδίων και Προγραμμάτων

Η διαδικασία εκτίμησης των επιπτώσεων στο περιβάλλον στοχεύει να διασφαλίσει ότι οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις ορισμένων έργων, σχεδίων και προγραμμάτων λαμβάνονται υπόψη κατά τη λήψη αποφάσεων και πριν την τελική τους έγκριση. Ο όρος «Εκτίμηση Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΕΠΕ)» έχει χρησιμοποιηθεί με πολλές διαφορετικές έννοιες. Ένας ορισμός που χρησιμοποιείται συχνά είναι η διερεύνηση «για προσδιορισμό και πρόβλεψη των επιπτώσεων στο περιβάλλον, στην υγεία και την ποιότητα ζωής του ανθρώπου και για γνωστοποίηση και αξιολόγηση αυτών των επιπτώσεων». Η εκτίμηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων διεξάγεται για έργα, σύμφωνα με τις πρόνοιες της Οδηγίας 2011/92/ΕΕ, όπως αυτή τροποποιήθηκε από την Οδηγία 2014/52/ΕΕ, ή για σχέδια και προγράμματα σύμφωνα με την Οδηγία 2001/42/ΕΕ. Και οι δύο Οδηγίες βασίζονται στην αρχή ότι τα έργα, σχέδια και προγράμματα που ενδέχεται να έχουν σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον υπόκεινται σε διαδικασία εκτίμησης των περιβαλλοντικών τους επιπτώσεων πριν από την τελική τους έγκριση.


Εκτίμηση Επιπτώσεων στο Περιβάλλον από Έργα (ΕΠΕ)

Στόχος της οδηγίας ΕΠΕ είναι να εξασφαλιστεί ότι τα έργα τα οποία ενδέχεται να έχουν σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον εκτιμώνται κατάλληλα πριν από την έγκρισή τους. Ως εκ τούτου, προτού ληφθεί οποιαδήποτε απόφαση που θα επέτρεπε να προχωρήσει ένα τέτοιο έργο, εντοπίζονται και εκτιμώνται οι πιθανές επιπτώσεις του στο περιβάλλον. Οι κατασκευαστές μπορούν στη συνέχεια να προσαρμόζουν καταλλήλως τα έργα, με στόχο την ελαχιστοποίηση των αρνητικών επιπτώσεων, προτού αυτές όντως εκδηλωθούν, ή οι αρμόδιες αρχές να ενσωματώνουν στην άδεια του έργου μέτρα άμβλυνσης των επιπτώσεων.

Η Εκτίμηση Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΕΠΕ) ξεκίνησε να εφαρμόζεται στις ΗΠΑ από το 1969. Η ΕΠΕ για τη δημιουργία νέων βιομηχανιών, δρόμων, οικισμών και άλλων έργων θεσμοθετήθηκε στην Ε.Ε. με τη δημοσίευση της Οδηγίας 85/337/EEC (Directive on the assessment of the effects of certain public and private projects on the environment) το 1985, ενώ είναι πλέον νομοθετημένη πρακτική και σε όλες τις αναπτυγμένες χώρες.

Στην Κύπρο, η ΕΠΕ ξεκίνησε να εφαρμόζεται με Απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου το 1991 για επιμέτρηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων για μεγάλα αναπτυξιακά έργα του δημοσίου και ιδιωτικού τομέα. Περαιτέρω, το 2001 προωθήθηκε η υιοθέτηση του περιβαλλοντικού κεκτημένου και η εναρμόνιση με την οδηγία 85/337/EEC. Με τον τρόπο αυτό, καθιερώθηκαν οι Μελέτες Εκτίμησης Επιπτώσεων στο Περιβάλλον (ΜΕΕΠ) που αντιστοιχούν στην εκτίμηση των επιπτώσεων έργων και δραστηριοτήτων στο περιβάλλον. Από τo 2005 έως το 2014 η νομοθεσία τροποποιήθηκε, κυρίως σε θέματα πρόσβασης σε περιβαλλοντικές πληροφορίες και εκτίμηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων από διασυνοριακά έργα και μέχρι σήμερα είναι σε εφαρμογή οι περί της Εκτίμησης στο Περιβάλλον Νόμοι 2005 έως 2014 (Ν.140(Ι)/2005 έως 2014). Ο σκοπός του Νόμου είναι η λήψη μέτρων για μείωση των επιπτώσεων στο περιβάλλον πριν από τη χορήγηση Πολεοδομικής Άδειας ή Περιβαλλοντικής Έγκρισης. Ανάλογα με την κατηγορία του έργου αποφασίζεται αν το έργο εμπίπτει στο πρώτο ή δεύτερο παράρτημα του Νόμου.


Νομοθεσία

Ο περί της Εκτίμησης των Επιπτώσεων στο Περιβάλλον από Ορισμένα Έργα Νόμος του 2018 [Ν. 127(Ι)/2018] τέθηκε σε ισχύ στις 31 Ιουλίου 2018 και εναρμονίζει την οδηγία 2014/52/ΕΕ. Ο Νόμος διασφαλίζει ότι δημόσια ή ιδιωτικά έργα τα οποία ενδέχεται να έχουν σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον λόγω, μεταξύ άλλων, της φύσεως, του μεγέθους ή της θέσεώς τους, υπόκεινται σε υποχρέωση εκτίμησης των επιπτώσεων τους, πριν τη χορήγηση άδειας ή έγκρισης ή εξουσιοδότησης.

Με την ισχύ του Νόμου, οι περί της Εκτίμησης των Επιπτώσεων στο Περιβάλλον από Ορισμένα Έργα Νόμου του 2005 έως 2014 καταργούνται, ενώ εκσυγχρονίζονται και βελτιώνονται τα ακόλουθα:p>

  1. νέα κριτήρια καθορισμού κατά πόσον χρειάζεται εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων, εξασφαλίζοντας ότι μόνο τα έργα με σημαντικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις θα υπόκεινται σε Μελέτη, ενώ τα έργα μικρότερης κλίμακας με διαχειριστικά μη σημαντικές επιπτώσεις, τοπικής σημασίας θα εγκρίνονται ταχύτερα,

  2. ενίσχυση των προνοιών για να εξασφαλιστεί καλύτερη λήψη αποφάσεων και να αποφεύγεται η πρόκληση ζημιών στο περιβάλλον, με την εισαγωγή ειδικών στη διαδικασία αξιολόγησης έργων,

  3. εξορθολογισμό των διαφόρων σταδίων της διαδικασίας εκτίμησης των περιβαλλοντικών επιπτώσεων για να ενισχυθεί η νομική εγκυρότητα και να επιταχυνθεί η διαδικασία χωρίς να υποθηκεύεται η ποιότητα της αξιολόγησης, ο οποίος θα επιτευχθεί με την εισαγωγή χρονοδιαγραμμάτων, διαφοροποίηση της σύστασης της Επιτροπής Εκτίμησης Επιπτώσεων στο Περιβάλλον, εφαρμογή κοινών διαδικασίες για έργα που δύναται να επηρεάσουν περιοχές του δικτύου Φύση 2000, συντονισμό διαδικασιών με άλλες νομοθεσίες, εισαγωγή δημόσιας ακρόασης, καθορισμό αδικημάτων και ποινών και επιβολή τελών,

  4. αποτελεσματική προστασία του περιβάλλοντος από την κατασκευή και λειτουργία έργων με την εισαγωγή προνοιών για την παρακολούθηση των όρων Γνωμοδοτήσεων των σημαντικών περιβαλλοντικών επιπτώσεων τους,

  5. ενσωμάτωση προνοιών για τη δημιουργία Μητρώου Μελετητών για εκπόνηση Μελετών,

  6. προσθήκη και τροποποίηση κατηγοριών έργων στο Πρώτο και Δεύτερο Παράρτημα.

Πρόνοιες και εφαρμογή του Νόμου

Ο Νόμος εφαρμόζεται για δημόσιο ή ιδιωτικό έργο που εμπίπτει σε κατηγορία έργων του Πρώτου ή του Δεύτερου Παραρτήματος. Τα έργα χωρίζονται σε υποκείμενα σε πολεοδομική άδεια, σε μη υποκείμενα σε πολεοδομική άδεια και σε δημόσια.

Το Πρώτο Παράρτημα του Νόμου αναφέρεται στα έργα τα οποία ενδέχεται να επιφέρουν σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον και για τα οποία απαιτείται η ετοιμασία Μελέτης Εκτίμησης Επιπτώσεων στο Περιβάλλον (ΜΕΕΠ). Παραδείγματα τέτοιων έργων είναι αυτοκινητόδρομοι, λιμάνια, αεροδρόμια, φράγματα, αποχετευτικά συστήματα, μαρίνες, γήπεδα γκολφ, χερσαίοι και υποθαλάσσιοι αγωγοί, έργα Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, ψηλά κτίρια, κ.α.

Το Δεύτερο Παράρτημα του Νόμου περιλαμβάνει κατάλογο έργων, για τα οποία απαιτείται η υποβολή πληροφοριών, ώστε να αποφασιστεί αν απαιτείται η ετοιμασία ΜΕΕΠ. Παραδείγματα τέτοιων έργων είναι εξορυκτικές βιομηχανίες, ενεργειακές βιομηχανίες, βιομηχανίες τροφίμων, έργα υποδομής, παράκτια έργα, έργα τουρισμού και αναψυχής, θαλάσσια και χερσαία θεματικά πάρκα, υποθαλάσσια καλώδια, κ.α.


Έννοια και Διαδικασία Εκτίμησης Επιπτώσεων στο Περιβάλλον (ΕΕΠ)

Εκτίμηση Επιπτώσεων στο Περιβάλλον σημαίνει τη διαδικασία που συνίσταται από την ετοιμασία Μελέτης (ΜΕΕΠ) ή την παροχή Πληροφοριών εκ μέρους του κυρίου του έργου, τη διενέργεια διαβουλεύσεων ή / και ενημερώσεων ή / και γνωστοποιήσεων, την αξιολόγηση της Μελέτης ή των Πληροφοριών από την Περιβαλλοντική Αρχή, την έκδοση Γνωμοδότησης ή Αιτιολογημένη Διαπίστωσης της Περιβαλλοντικής Αρχής και την ενσωμάτωση της Γνωμοδότησης στις αποφάσεις της Πολεοδομικής Αρχής ή του Υπουργικού Συμβουλίου ή της αρμόδιας κρατικής υπηρεσίας.

Η διαδικασία της (ΕΕΠ) αναλύεται ως ακολούθως:

  1. Ο κύριος του έργου υποβάλλει ως αναπόσπαστο μέρος της αίτησής του για χορήγηση Πολεοδομικής Άδειας ή Έγκρισης ή Εξουσιοδότησης:· Μελέτη, αν το έργο εμπίπτει σε κατηγορία έργων του Πρώτου Παραρτήματος, που ετοιμάζεται σύμφωνα με τα Γενικά Περιεχόμενα ΜΕΕΠ και Ειδικά Περιεχόμενα ΜΕΕΠ, · Πληροφορίες, αν το έργο εμπίπτει σε κατηγορία έργων του Δεύτερου Παραρτήματος, που ετοιμάζονται σύμφωνα με το Έντυπο Πληροφοριών,

  2. Σε περίπτωση που υπάρχει αμφιβολία κατά πόσον περιλαμβάνεται στο Πρώτο ή το Δεύτερο Παράρτημα έργο το οποίο δυνατό να έχει σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στο περιβάλλον, ο κύριος του έργου υποβάλλει Αίτηση για οδηγίες προς το Διευθυντή του Τμήματος Περιβάλλοντος. Η Περιβαλλοντική Αρχή εξετάζει την αίτηση σύμφωνα με τα κριτήρια που αναφέρονται στο Τέταρτο Παράρτημα του Νόμου.

  3. Μετά την υποβολή της αίτησης για χορήγηση Πολεοδομικής Άδειας ή Έγκρισης ή Εξουσιοδότησης, η Πολεοδομική Αρχή ή κρατική υπηρεσία αποστέλλει στο Διευθυντή του Τμήματος Περιβάλλοντος αντίγραφα της Μελέτης ή των Πληροφοριών, ως εξής:

    Για έργα του Πρώτου Παραρτήματος:

    • επιστολή της πολεοδομικής ή κρατικής αρχής,
    • τρία (3) αντίγραφα της Μελέτης Εκτίμησης Επιπτώσεων στο Περιβάλλον (ΜΕΕΠ) σε έντυπη μορφή και είκοσι (20) αντίγραφα σε ηλεκτρονική μορφή,
    • αντίγραφο της ανάρτησης στην ιστοσελίδα της πολεοδομικής ή κρατικής αρχής,
    • δημοσιεύσεις σε δύο (2) ευρείας κυκλοφορίας εφημερίδες στη Δημοκρατία, τις οποίες ο κύριος του έργου δημοσιεύει με σχετική Γνωστοποίηση αμέσως με την υποβολή της ΜΕΕΠ στο Τμήμα Περιβάλλοντος,
    • ειδική οικολογική αξιολόγηση μαζί με τη ΜΕΕΠ, στις περιπτώσεις που το έργο δύναται να επηρεάσει τόπο κοινοτικής σημασίας, οικεία ειδική ζώνη διατήρησης ή ζώνη ειδικής προστασίας,
    • έντυπο 13 δήλωση ορθότητας πληροφοριών ΜΕΕΠ.

    Για έργα του Δεύτερου Παραρτήματος:

    • επιστολή της πολεοδομικής ή κρατικής αρχής,
    • τρία (3) αντίγραφα του Εντύπου Πληροφοριών σε έντυπη μορφή και ένα (1) αντίγραφο σε ηλεκτρονική μορφή,
    • ειδικές πληροφορίες μαζί με το Έντυπο Πληροφοριών, στις περιπτώσεις που το έργο δύναται να επηρεάσουν τόπο κοινοτικής σημασίας, οικεία ειδική ζώνη διατήρησης ή ζώνη ειδικής προστασίας.

  4. Για έργα μη υποκείμενα σε Πολεοδομική Άδεια, ο κύριος του έργου πριν αρχίσει οποιεσδήποτε εργασίες εκτέλεσης του, θα πρέπει να εξασφαλίσει Περιβαλλοντική Έγκριση από την Περιβαλλοντική Αρχή. Υποβάλλεται στο Διευθυντή του Τμήματος Περιβάλλοντος σχετική Αίτηση Εξασφάλισης Περιβαλλοντικής Έγκρισης, α) ΕΝΤΥΠΟ 3-Άρθρο 20-2-Αίτηση για Περιβαλλοντική Έγκριση, β) ΕΝΤΥΠΟ 4-Άρθρο 20-2-Αίτηση για Περιβαλλοντική Έγκριση (Βρ. Βάσεις), γ) ΕΝΤΥΠΟ 5-Άρθρο 20-2-Βεβαίωση Πολεοδομικής Αρχής η οποία συνοδεύεται από Μελέτη αν το έργο εμπίπτει σε κατηγορία έργων του Πρώτου Παραρτήματος ή Πληροφορίες αν το έργο εμπίπτει σε κατηγορία έργων του Δεύτερου Παραρτήματος.

  5. Η Επιτροπή Εκτίμησης Επιπτώσεων στο Περιβάλλον, που απαρτίζεται από εννέα (9) μέλη, εξετάζει τις Μελέτες και τις επιπτώσεις που η εκτέλεση ή/ και λειτουργία του έργου ενδέχεται να επιφέρουν στο περιβάλλον και τα μέτρα μείωσης ή αντιμετώπισής τους. Τα μέλη της Επιτροπής, εκτός από το Τμήμα Περιβάλλοντος, είναι το Τμήμα Πολεοδομίας και Οικήσεως, Τμήμα Επιθεώρησης Εργασίας, Τμήμα Δασών, Τμήμα Αναπτύξεως Υδάτων, Υπηρεσία Θήρας και Πανίδας, Επιστημονικό Τεχνικό Επιμελητήριο Κύπρου, Ομοσπονδία Περιβαλλοντικών Οργανώσεων Κύπρου και μη κυβερνητική οργάνωση η οποία δεν εκπροσωπείται από την Ομοσπονδία Περιβαλλοντικών Οργανώσεων Κύπρου.

  6. Για τα έργα του Πρώτου Παραρτήματος, η Περιβαλλοντική Αρχή, αφού λάβει υπόψη το περιεχόμενο της Μελέτης, τις θέσεις και εισηγήσεις των μελών της Επιτροπής, τις απόψεις ή παραστάσεις τρίτων προσώπων, επιτροπών, οργανώσεων, αρχών ή άλλων κρατών, τα αποτελέσματα της δημόσιας διαβούλευσης και της δημόσιας ακρόασης, όπου ισχύει, ετοιμάζει Γνωμοδότηση, την οποία διαβιβάζει στην Πολεοδομική Αρχή ή στην κρατική υπηρεσία. Η Γνωμοδότηση έχει διάρκεια ισχύος όσο και η ισχύς της πολεοδομικής ή άλλης άδειας, ή πέντε (5) χρόνια.

  7. Για έργα του Δεύτερου Παραρτήματος, η Περιβαλλοντική Αρχή, αφού λάβει υπόψη τις Πληροφορίες προχωρεί σε αξιολόγησή τους σύμφωνα με τα κριτήρια επιλογής που αναφέρονται στο Τέταρτο Παράρτημα, ετοιμάζει Αιτιολογημένη Διαπίστωση με την οποία μπορεί να απαιτήσει την υποβολή Μελέτης, την οποία ακολούθως τη διαβιβάζει στην Πολεοδομική Αρχή ή στην κρατική υπηρεσία ή ενεργεί ανάλογα εάν το έργο υπόκειται σε Περιβαλλοντική Έγκριση.

  8. Μετά τη χορήγηση άδειας, η Πολεοδομική Αρχή ή το Υπουργικό Συμβούλιο ή η αρμόδια κρατική υπηρεσία την αποστέλλει στην Περιβαλλοντική Αρχή.

  9. Η Περιβαλλοντική Αρχή ενημερώνει τις ενδιαφερόμενες αρχές οι οποίες μετείχαν στη διαδικασία και δημοσιοποιεί τη λήψη απόφασης μέσω της ιστοσελίδας της.